Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2013

ΤΟ ΞΥΠΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΙΚΙΑΣ

Ο κυνισμός, η αδιαφορία για το κοινωνικό σύνολο, η απαξίωση των παιδιών ενός κατώτερου θεού, υπήρχε πάντα από τη μεριά της ελίτ. Δεν είναι κάτι φρέσκο. Δεν δημιουργήθηκε με κάποιο μνημόνιο, με την οικονομική κρίση. Την εποχή που ήταν παχιές οι αγελάδες, δηλαδή τότε που οι πολίτες είχαν δουλειά, χρήμα, τα μέσα τους και τις άκρες τους, την εποχή που γεμίζανε τα σκυλάδικα, τα πολυκαταστήματα, η ελίτ ήταν ακριβώς η ίδια μόνο που αυτό τον κυνισμό δεν τον εισέπρατταν οι πελάτες του συστήματος αλλά μερικές κατηγορίες. Τα φτωχότερα στρώματα, οι υπηρέτες τους, οι εργάτες τους.. Η κάθε κυράτζα νεοπλουτισμένη ή και παλιοπλουτισμένη με τον αντρα της, που τώρα μαθαίνουμε πόσα λεφτά φάγανε μέσα από τις σάρκες των ταμείων που οι φουκαριάρηδες κατέθεταν το κόπο τους, δεν εγινε τώρα αλλαζονική, δεν έγιναν τώρα φιλοτομαριστές, στυγνοί, ήταν. Οταν πηγαίναν να φτιάξουν μαλλί, δούλα θεωρούσαν τη κοπελίτσα που τους έκανε πιστολάκι. Οταν ψώνιζαν με δέκα καρότσια από το σουπερ μάρκετ δούλο θεωρούσαν αυτόν που θα τους κουβαλήσει τα ψώνια, την υπηρετρια που θα τους σφουγγαρίσει το σπίτι, το σερβιτόρο που θα τους σερβίρει το φιλετάκι, τον ανάπηρο που τους εμπόδιζε γιατί πέρναγε σιγά το δρόμο, τους αρρώστους που κοιμόντουσαν στα ράτζα των λαϊκών νοσοκομείων, τις φτωχογειτονιές και τις σαρδέλες που στριγμωνόντουσαν στα ΜΜΜ,τους άρρωστους, ανάπηρους, άστεγους.. τον υπαλληλίσκο στις επιχειρήσεις τους, στα μαγαζιά τους, στα Υπουργεία τους...

Ποτέ δεν ήρθαν σε επικοινωνία με όλο αυτό το λαουζίκο. Τον έβλεπαν από μακριά και τον άγγιζαν στο σημείο που επρεπε να τους ΥΠΗΡΕΤΗΣΕΙ σε κάτι. Η ψευδαίσθηση της ελευθερίας και της δυνατότητας του αυτοδημιούργητου πλούτου του ονειρεμένου καπιταλισμού, κράτησε όσο αυτή ακριβώς η τάξη των κυνικών, που τα άρπαζαν και πλούτιζαν πάνω στις πλατες των άλλων, είχε ανάγκη τους πολλούς για να στεριώσει παντοδύναμη, να αγοράσει  τα πάντα, να εξουδετερώσει κάθε αντίπαλο, για να έχει τη δυνατότητα να μην έχει ανάγκη κανέναν σήμερα. Η παντοδύναμες ελίτ στέριωσαν, έγιναν η θηλειά που πνίγει την ανθρωπότητα σήμερα πατώντας πάνω στην απατηλή ονείρωξη των μαζών πως ατομικά ο καθένας θα είχε τη δυνατότητα μια μέρα να γίνει σαν κι αυτούς. Το αμερικανικό όνειρο κάθε φουκαριάρη να γίνει από δούλος καπιτάλας που θα γ@μάει και θα δέρνει, έδωσε το περιθώριο στους ελάχιστους να πατήσουν στο λαιμό όλους τους υπόλοιπους.

Η δίψα για χρήμα και δόξα, το τάϊσμα ενός αρρωστημένου εγώ, ενός αδίστακτου τομαριού δεν είναι μια οικονομική κατάσταση. Είναι ένα σύνολο που αποτελείται ακριβώς από κυνισμό, αλλαζονεία, μωροδοξία, διαφθορά της συνείδησης, εκφυλισμό όλων των αξιων, είναι η πορεία προς το θάνατο της ψυχής και η κυριαρχία μιας κούφιας σάρκας που πεινάει μόνιμα και δεν έχει κανένα πρόβλημα να φτάσει μέχρι το κανιβαλισό για να χορτάσει. Το ξύπνημα στην αποικία της μεγάλης μάζας είναι ένα σοκ. Γιατί οι τελευταίες γεννιές είχαν μεγαλώσει με τη ψευδαίσθηση πως έχουν δικαιώματα και δημοκρατίες. Πως υπάρχουν κανόνες και κράτος που θα τους υπερασπιστει στις αδικίες, που θα τους βοηθήσει να επιβιώνουν άνετα και να πραγματοποιούν τα όνειρά τους. Τα παιδιά έμπαιναν με τσαμπουκά στις δουλειές τους, οι μπαμπάδες διαπραγματευόντουσαν τους βλαχοδήμαρχους που θα τα διορίσουν, οι δούλοι έτρωγαν στα ιδια μαγαζιά με τα αφεντικά, έκαναν τα μπάνια τους στα ίδια θέρετρα , συναγωνιζόντουσαν στα φανάρια με τις κουρσάρες και χτίζαν τις μεζονέτες δίπλα δίπλα...

Μόνο που για ένα ελάχιστο ποσοστό όλα αυτά ήταν αληθινά και ανεχόντουσαν αυτό το μίγμα από λαό και Κολωνάκι για να σχεδιάσουν την μελλοντική δυστοπία, που θα ήταν κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους, ενώ για το πλήθος των εθισμένων στο καπιταλιστικό όνειρο φουκαριάρηδων ήταν απλά ένα όνειρο που θα χανόταν όταν όλα θα ήταν εξασφαλισμένα για την επιστροφή στη φυσική κατάσταση των αποικιών. Ολιγάρχες και δούλοι. Η μαγική στιγμή όπου το κόκκαλο που τράβαγε τα σκυλάκια από τη μύτη, ο αφέντης θα το έπαιρνε πίσω και θα έριχνε μια κλωτσιά στο αδέσποτο. Αυτό που σου κάνουν σήμερα δεν είναι τίποτα περισσότερο από την αλλαζονεία που είχες αποκτήσει να νομίζεις πως είσαι κάτι περισσότερο από μια τρίχα στο ζυμάρι τους.

Θυμάσαι πως έβγαζες τα χιλιάρικα και τα κόλλαγες στη μούρη του οργανοπαίχτη, Εκείνη τη κίνηση που έδειχνες στο χωριό πόσο μεγάλη την έχεις τη τσέπη, και στο βάθος στη ταβέρνα υπήρχε ένα λατζέρης που έπλενε τα πιάτα σου ιδρωμένος με τα πόδια πρησμένα, ενώ εσύ έφερνες τις βόλτες σου, χορτασμένος και ικανοποιημένος με το τομάρι σου? Ε λοιπόν σήμερα είσαι απλά ο λατζέρης. Εχεις φύγει από το πρώτο τραπέζι πίστα, έχεις μπει πίσω στη κουζίνα και παρακαλάς το αφεντικό για ένα μεροκάματο της πείνας ενώ έξω τα τραπέζια γλεντάνε ακόμα και κολλάνε τάληρα στο κούτελο στους οργανοπαίκτες....

Το ξύπνημα στον εφιάλτη είναι πως μόλις τώρα συνειδητοποιείς πως δεν σε αγάπησε ποτέ το σύστημα που εξυπηρετούσες τόσο πιστά. Δεν του καίγεται καρφί αν ζήσεις ή αν πεθάνεις και σε πονάει αφάνταστα αυτό γιατί είσαι ο πρώην που ξέπεσε. Ο μαγαζάτορας με τους υπαλλήλους, ο δημόσιος υπάλληλος με τα μέσα, ο εργαζόμενος με τις απαιτήσεις, ο νέος με το θράσος του μπορώ να τα έχω όλα, ο γέρος με την εξασφαλισμένη σύνταξη που θα πεθάνει πλήρης ημερών. Είσαι όλα αυτά τα ΠΡΩΗΝ που γίνανε καπνός, και ήρθες με ένα μεγάλο καλωσόρισμα στο κόσμο εκείνων που θεωρούσες τριτοκοσμικούς, φουκαριάρηες, πλέμπα, αποτυχημένους και ανοικοκύρευτους.

Γιατί εκατομμύρια άνθρωποι έδωσαν το αίμα τους για να γίνεις όλα αυτά, κι εσύ νόμιζες πως τα είχες αποκτήσει γιατί ήσουν όμορφος και μάγκας. Περίμενε τώρα λοιπόν τον αφέντη να γυρίσει από το σκι, για να αποφασίσει αν θα σου επιτρέψει να ζήσεις μια μέρα ακόμα...

Αμα γουστάρει.
 

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ

Του Κώστα Γεωργουσόπουλου
 
Κάθε λαός ανέρχεται στον ορίζοντα της Ιστορίας όταν είναι έτοιμος να απαντήσει στην Ανάγκη της εποχής. Και πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε πως δεν υπήρξε λαός στην Ιστορία που να μην απάντησε δημιουργικά όταν τον κάλεσε η Ιστορία να πληρώσει την Ανάγκη της. Δεν υπάρχει ηλίθιος, νωθρός, απράγμονας λαός.
Ετσι, όταν χρειάστηκε ο άνθρωπος να καλλιεργήσει τη γη οι Σουμέριοι ανακάλυψαν το αλέτρι, οι Αιγύπτιοι τα αρδευτικά έργα και τη στατική χωρίς στην τοιχοποιία να απαιτείται συνεκτικό υλικό στη λιθοδομή, οι Φοίνικες ανακάλυψαν τη ναυσιπλοΐα και τη γραφή, οι Πέρσες τη δημόσια οδοποιία και τη διοικητική αποκέντρωση. Οταν ήρθε η ώρα τους, Ελληνες βελτίωσαν τον κίονα που τον δανείστηκαν ανεστραμμένο από τους Αιγύπτιους, ανακάλυψαν τη φιλοσοφία. Τα μαθηματικά οι Ελληνες τα γνώρισαν από τους ιερείς των Πυραμίδων. Ο Πυθαγόρας και ο Πλάτων μαθήτευσαν στα μυστικά της Γεωμετρίας.
Ο Σόλων μελέτησε την κρατική νομοθεσία των Αιγυπτίων και οι Βαβυλώνιοι γνώριζαν τις διαδρομές των άστρων.
Στην Οδύσσεια ο μεταμορφωμένος σε έμπορο Οδυσσέας, όταν φτάνει στην Ιθάκη για να εκδικηθεί τους μνηστήρες, συστήνεται ως διαθέτης ποσότητας χαλκού από τη νήσο Τεμέση, που δεν είναι άλλη από την Κύπρο. Ποιος αλήθεια γνωρίζει πως η λέξη Κύπρος σημαίνει τόπος του χαλκού; Εξάλλου Cu είναι το σύμβολο της χημείας για το χαλκό και τα μεγάλα κουδούνια στα τραγιά τα λέμε κυπριά!!
Κάθε λοιπόν τόπος, ανάλογα με τα προϊόντα, τη θέση του στο χάρτη, τους γειτόνους του, την ώρα και την Ανάγκη, μπαίνει στην Ιστορία και εκπληρώνει το καθήκον του.
Πριν από τον Ομηρο ανώνυμοι και επώνυμοι «Νόστοι», αφηγηματικά ποιήματα επιστροφής στην πατρίδα, τροφοδότησαν την Ιλιάδα και την Οδύσσεια.
Στις πυραμίδες διασώθηκαν προσευχές γραμμένες σε δέλτους για να τις αναγιγνώσκουν οι ταριχευμένοι νεκροί στον άλλο κόσμο και να εισακούονται. Εξάλλου η πρώτη κραυγή τρόμου και ο πρώτος αλαλαγμός χαράς του πρωτόγονου ανθρώπου εγκαινίασε το Λυρισμό και η πρώτη κίνηση του σώματος μπροστά στην καταιγίδα, το σεισμό, την ανατολή του ήλιου, ο πανικός όταν επέδραμαν τα θηρία, γέννησε το χορό.
Ο Κούντερα μας απέδειξε ιδιοφυώς πως ο τρόπος που αυθόρμητα σηκώνουμε το χέρι για να αποχαιρετήσουμε κάποιον που αναχωρεί είναι λειτουργικό τυπικό της αθανασίας της στιγμής.
Ο Ελληνας ανακάλυψε, όταν η Ανάγκη το επέβαλε, τη φιλοσοφία και το θέατρο. Αυτές είναι αποκλειστικά ελληνικές ανακαλύψεις, αποκαλύψεις της ανθρωπότητας. Και πάλι να το τονίσω: ο Ελληνας δεν προέβη σε αυτά τα πνευματικά ενεργήματα επειδή διέθετε μια τάχα ιδιάζουσα ιδιοφυΐα, φυλετική ή άλλη. Απλώς δεν ήταν ηλίθιος, και λαοί ηλίθιοι δεν υπήρξαν. Ολοι απάντησαν στην πρόκληση της Ανάγκης στην εποχή τους και αυθόρμητα, σαν έτοιμοι από καιρό.
Οι Εβραίοι ανακάλυψαν το μονοθεϊσμό και οι Κινέζοι το... σκάκι!
Η τραγωδία γεννήθηκε στην Αττική, όχι εν γένει στην Ελλάδα. Στον πέμπτο αιώνα π.Χ., όταν γράφουν τα αριστουργήματά τους ο Αισχύλος και ο Σοφοκλής, δεν υπάρχουν θέατρα ούτε οι πολίτες γράφουν ή βλέπουν θέατρο στις δύο πιο κοντινές, γνωστές και σπουδαίες πόλεις του καιρού, στα Μέγαρα και στις Θήβες. Τι σημαίνει αυτό; Πως η τραγωδία μπορεί να γεννήθηκε από τους εξάρχοντες του διονυσιακού διθυράμβου (κατά τον Αριστοτέλη) κι ενώ ο Διόνυσος ήταν θρακική και αργότερα πανελλήνια θεότητα, μόνο στην Αττική του έκτου αιώνα π.Χ. γέννησε το τραγικό είδος και το σατυρικό για να γίνει θεσμός της Δημοκρατίας μετά τη μεταρρύθμιση του Κλεισθένη στην αυγή του πέμπτου αιώνα π.Χ.
Και γιατί έγινε θεσμός της Δημοκρατίας; Διότι απλούστατα ανέβασε σε αισθητικό και ποιητικό επίπεδο την ουσία της Δημοκρατίας, τον Διάλογο. Διάλογος σωμάτων στα Γυμναστήρια, διάλογος επιχειρημάτων στην Εκκλησία του Δήμου και στη Βουλή, διάλογος με το νόμο και τον αντίδικο στα Δικαστήρια.
Στο θέατρο ο διάλογος ήταν με το θεό, τον εαυτό, τον άλλον και την πόλη. Διάλογος ηθών και διανοιών, χαρακτήρων και ιδεολογιών, ατομικής και συλλογικής συνείδησης. Αρχιτεκτονικά στη Σκηνή δομημένα: θεοί, άτομα, χορός - Δήμος. Πώς να φτουρήσει τραγωδία π.χ. στη Σπάρτη; Στην Αθήνα άνθρωποι του Καιάδα ήταν οι τραγικοί ήρωες!!
 

Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΑΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ

Του Λυκούργου Λιαρόπουλου*
 
Είναι ένα πολύ ενοχλητικό ερώτημα στο οποίο δεν έχω απάντηση ακόμη, αλλά ψάχνω. Γιατί στην Ελλάδα, τα τελευταία 50 χρόνια, μας βασανίζουν ένας αριστερός μύθος και μία δεξιά πραγματικότητα, με εκφραστές τους ίδιους ανθρώπους;
Μία σχιζοφρενική πλειοψηφία που δηλώνει εναλλακτικά αριστερή και πράττει δεξιά ή το αντίστροφο, που είναι, ταυτόχρονα, η ωφελημένη της πράσινης και γαλάζιας κρατικιστικής λαίλαπας, της κλεπτοκρατίας, της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας;
Πώς γίνεται μία ολόκληρη χώρα να λατρεύει την αγελάδα του «συλλογικού» Δημοσίου και ταυτόχρονα το Μαμμωνά, δηλαδή τη φοροδιαφυγή, την παραοικονομία και την αποθέωση του ατομισμού;
Ο Έλληνας στην Οθωμανική του ιστορία, τόσο στην Ελλάδα όσο και κυρίως στις άλλες βαλκανικές και παραδουνάβιες χώρες, επιβίωσε και συχνά μεγαλούργησε ως έμπορος, επιχειρηματίας, αλλά και στις τέχνες και στα γράμματα. Η έφεση στην επιχειρηματικότητα φαίνεται ότι συνεχίσθηκε στα λίγα ταραγμένα χρόνια της ιστορίας του νέου ελληνικού κράτους και ιδίως στους μετανάστες μας. Η κακοδαιμονία της πολιτικής διαμάχης, η εξάρτηση από τον «ξένο παράγοντα» και οι αλλεπάλληλες πτωχεύσεις, εθνικές περιπέτειες και καταστροφές συνυπήρξαν με την έφεση στη δημιουργία πλούτου. Η Ελλάδα πριν από τον Εμφύλιο σίγουρα δεν ήταν η χώρα όπου το κέρδος ήταν «βρώμικη» λέξη. Ο Ζορμπάς ήθελε και να κερδίσει με την… κατασκευή που ήταν το όνειρό του. Οι συγγραφείς και οι ποιητές μας δεν ομφαλοσκοπούσαν στην ανάλυση της χίμαιρας, του σοσιαλισμού στις χίλιες και μία εκδοχές του.
Τι έγινε, αλήθεια, μετά τον Εμφύλιο; Πώς αυτή η χώρα παραμορφώθηκε, θα έλεγε κανείς, πώς έχασε την ψυχή της;
Διακρίνω δύο καταστρεπτικές περιόδους:
Τη 10ετία του 1950 και την εικοσαετία 1980-2000.
Στην πρώτη καταστράφηκε το «δεξιό μέρος της καρδιάς μας». Μαυραγορίτες, δοσίλογοι της Κατοχής, παλατιανοί κολαούζοι, λαμόγια του Σχεδίου Μάρσαλ, κατακάθια της κοινωνίας έδωσαν στην έννοια της δημιουργίας, στη συσσώρευση πλούτου, στην περιουσία, στην κοινωνική άνοδο το κακό όνομα. Κανείς σοβαρός άνθρωπος δεν «ζήλευε» τον πλούσιο της εποχής. Κανείς δεν πίστευε ότι επάξια πήρε κάποιος μία θέση στην εποχή του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων. Ο πλούτος, η κοινωνική άνοδος, οι μέχρι τότε στυλοβάτες της Δεξιάς, έπαψαν να είναι «καθαρές αξίες».
Η οικονομική άνοδος της δεκαετίας του 1960 χάθηκε στο πολιτικό παιγνίδι και η Χούντα ανέλαβε να αποτελειώσει την καταστροφή. Το οικονομικό και κοινωνικό υπόδειγμα της 10ετίας του 1950 ολοκληρώθηκε. Ότι άξιζε στην Ελλάδα έφυγε έξω ή λούφαξε εξαντλημένο. Μία Χούντα, 15 χρόνια έπειτα από έναν Εμφύλιο, πάει πολύ. Το 1974, μία εθνική καταστροφή συμπλήρωσε την εικόνα απαξίας της χώρας για τον εαυτό της. Τότε, ο Έλληνας πρέπει να ένιωθε τέτοια δυστυχία όπως και τώρα. Η Μεταπολίτευση ήταν το τίναγμα του ελατηρίου. Πήρε πολιτική έκφραση το 1981, όταν ήρθαν τα πάνω κάτω. «Στις 18 Σοσιαλισμός», ήταν το σύνθημα, παλλαϊκό όσο ποτέ. Και εν ριπή οφθαλμού, γεμίσαμε σοσιαλιστές, αντιστασιακούς, σαλταρισμένους με την εξουσία των κλαδικών.
Σε 20 χρόνια η κοινωνία άλλαξε. Αλλά, τι περίεργο! Μεταξύ 1980 και 2000 η Ελλάδα «πλούτισε», το life-style μπήκε στα σπίτια μας, αλλά μαζί και η… υποψία. Το 2000, το Χρηματιστήριο «έδειξε» πολλούς και τους υπόλοιπους τους «δείχνουν» τώρα τα δικαστήρια.
Η «ώρα της Αριστεράς» ήταν το ίδιο καταστροφική όσο η Δεξιά που «δεν ξεχνάμε». Για μισό αιώνα, από το 1950 μέχρι το 2000, η Ελλάδα δεν έκανε βήμα μπροστά, αλλά πολλά πίσω. Πάλι χρεοκοπημένη, χωρίς μοντέλο ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής, πάλι στα χέρια των «ξένων», πάλι έτοιμη να υποκύψει στην επόμενη μάστιγα.
Και τώρα; Μία ανάσα πριν από την καταστροφή για πολλούς, με ελπίδα σωτηρίας για άλλους τόσους, τι κάνουμε;
Μαύρο Σεπτέμβρη μας υπόσχονται οι πρώτοι, «φως στο τούνελ» αλλά και συνεχιζόμενη προσπάθεια οι άλλοι. Και εμείς, τι θέλουμε; Είναι θέμα Αριστεράς και Δεξιάς; Υπάρχει επιλογή;
Ας γυρίσουμε πίσω στην ιστορία μας, αλλά όχι στο 1950-2000. Αυτό να το ξεχάσουμε, να το ξορκίσουμε. Δεν είναι εκεί που βρίσκεται η σωτηρία μας. Ως Έλληνες το ’χουμε ξανακάνει, παλιότερα. Δημιουργία, σκέψη, επιστήμη, τέχνη, ο κόσμος όλος. Αυτό είναι το όνειρό μας.
*Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΘΡΕΠΤΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Ακούω τόσες μέρες τις ατέλειωτες συζητήσεις για το τι θα συμβεί αν κάνουν απεργία οι καθηγητές. Θα είναι τραγικό για τους μαθητές. Θα πέσει έξω αυτό το υπέροχο σχολείο που μόνο του πρόβλημα είναι η απεργία των καθηγητών. Μεγαλόστομες, πομπώδεις κουβέντες του είδους «το μέλλον των παιδιών που υπονομεύεται» «η μόρφωσή τους». Διαμαρτυρίες για τους γονείς που τι θα κάνουν αν δεν πάνε τα παιδιά τους στο σχολείο. Μέχρι και για το ιδιαίτερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν οι άνεργοι γονείς, γιατί τι θα κάνουν με τα παιδιά στο σπίτι…
Οκ. Μισό λεπτό. Να βάλω τα γέλια ή να κλάψω με όλη αυτή την εμετική υποκρισία.. Να βάλω τα γέλια ή να κλάψω κοιτάζοντας όλες αυτές τις απίστευτες σκηνές πρόζας από κάθε είδους θεατρίνους… Μιλάμε για την παιδεία στην Ελλάδα.
Εκείνη τη παιδεία ξέρετε, που συνοψίζεται στο «η πιο αγαπημένη ώρα είναι το σχόλασμα, ο καλύτερος τρόπος μάθησης η παπαγαλία, ο τυφλοσούρτης και το σκονάκι. Εκείνη η παιδεία που βγάζει αμόρφωτους με μπόλικα χαρτιά. Εκείνη η παιδεία που τώρα κοροϊδεύει στα μούτρα τα παιδιά παριστάνοντας πως το μέλλον τους επιφυλάσσει εκπλήρωση των ονείρων τους, δουλειά, ευημερία αν πάρουν πολλά χαρτιά…
Μιλάμε για την παιδεία που είναι υποχρεωτικό το φροντιστήριο. Κάτι σαν φυσικό επακόλουθο ας πούμε της μόρφωσης. Εχω μάθει τόσα πολλά στο σχολείο, είμαι τόσο καλά προετοιμασμένος και λέω να κάνω και 40 ώρες τη βδομάδα φροντιστήρια μπας και περάσω στην ανωτάτη κοροΪδευτική που θα μου δώσει τόσες ευκαιρίες στο μέλλον μου…
Μιλάμε για μια παιδεία κατευθυνόμενη, στείρα, απόλυτο όργανο των εκάστοτε κυβερνήσεων, δηλαδή όλων αυτών των κυβερνήσεων που όπως είδαμε  είχαν ειδικότητα το κλέψιμο, την απατεωνιά, τη μηδενική τσίπα επάνω τους, το φιλοτομαρισμό, την επιδειοξιομανία και το πνευματικό  επίπεδο φυλάρχων τριτοκοσμικής μπανανίας.
Μια ελάχιστη αξιοπρέπεια, μία ελάχιστη μόρφωση, καλλιέργεια να υπήρχε, ΟΛΟΙ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ και ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ μαζί με ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ, θα έπρεπε να είναι ΕΠ’ΑΟΡΙΣΤΟΝ σε συνεχείς κινητοποιήσεις.  Οχι για λεφτά,  όχι για  χαρτιά και σφραγίδες,όχι για τίτλους και πτυχία,  όχι  για να ικανοποιήσει η κάθε κατηγορία τις ανάγκες της, αλλά..
Γιατί το ΥΨΙΣΤΟ ΑΓΑΘΟ μαζί με την Υγεία σε  μια πολιτεία είναι Η ΠΑΙΔΕΙΑ.  Είναι  ένα φυτώριο που θα καθορίσει την εικόνα ολόκληρη της κοινωνίας.  Θα καθορίσει τη τύχη ολόκληρου του λαού και της πατρίδας το τι βγαίνει από εκεί μέσα.   Η παιδεία δεν είναι η προσωπική ικανοποίηση μιας φιλοδοξίας, η μονομερής και καθορισμένη μόρφωση για να ζυγίσεις πόσα φράγκα θα βγάλεις και πόσο βολεμένος θα γίνεις  στη ζωή σου.
Γι΄αυτό ακριβώς το λόγο, φοβούνται μια άλλη παιδεία, μια άλλη παιδεία που να μην είναι  ένα ακόμα δόγμα του συστήματος, ένα copy paste των αναγκών του συστήματος, και των ανθρώπων που θέλει να εκπαιδεύσει για να το εξυπηρετούν, με μοναδική εξαίρεση εκείνους τους μη υπαλλήλους  (δεν ξέρω πόσοι είναι πια) δασκάλους, καθηγητές που προσπαθούν μέσα από αυτό το απόλυτα προβλέψιμο εκπαιδευτικό σύστημα, να δώσουν το δικό τους τόνο, τη δική τους έμπνευση, όπου και όπως μπορούν, έστω κι αν τους ακούσουν  ένα ή δυο παιδιά που άσχετα αν όλα είναι εναντίον τους ελπίζουν ακόμα στη γνώση… Τους ονομάζω ήρωες…
Κι είμαι σίγουρη πως θα υπήρχαν πολλοί περισσότεροι, αν δεν ήταν δεμένα τα χέρια τους μέσα σ΄αυτό τη κονσερβοποιημένη δουλειά που υποχρεώνονται να κάνουν. Πόσοι δάσκαλοι ξεκίνησαν όχι γιατί δεν πέρασαν κάπου αλλού, όχι για ένα διορισμό, αλλά γιατί ΑΓΑΠΟΥΣΑΝ αυτό που έκαναν αληθινά. Τους γνωρίσαμε όλοι, σε όποια κι εποχή να κάναμε σχολείο. Ηταν εκείνη η αγαπημένη δασκάλα που νοιώθαμε την αγάπη της. Ηταν εκείνος ο καθηγητής που μιλούσε υπέροχα. Ο άλλος ο ανυπότακτος που τον καλούσαν όλο για υποδείξεις στη διεύθυνση. Εκείνος που τα έβαζε με ανεγκέφαλους γονείς ρισκάροντας μόνιμα να είναι ο όχι και τόσο της προκοπής..
Τι είναι η μόρφωση στην ουσιαστική της έννοια?
ΕΙΝΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΣ.  Η  γνώση που θα καθορίσει αν αύριο θα υπάρχουν πολίτες καλλιεργημένοι, με ισχυρές γνώσεις, ισχυρά εφόδια,  αν θα υπάρχει δυνατότητα οι άνθρωποι να ανακαλύψουν τα ταλέντα τους,  να καθορίσουν τη ζωή τους με πρότυπα αξιών, με πολιτισμό, με ήθος,  ή αντίθετα θα γίνει ένα φυτώριο όπου θα φυτρώσουν όλα εκείνα που στο μέλλον θα καθορίσουν συμφορές,  σκοταδισμό, σκλαβιά. Μήπως η βαρβαρότητα, η καφρίλα, η εγκληματικότητα, η ενασχόληση με τα φτηνιάρικα πράγματα, η επιδερμική αντιμετώπιση της ζωής είναι γονιδιακό θέμα? Είναι κάποια ειδική ράτσα η καφρίλα? Ο τραμπούκος, ο μπράβος, ο υποταγμένος, ο ψεύτης, ο κλέφτης, ο απατεώνας, το λαμόγιο, ο φιλοτομαριστής είναι ασθένεια?
Η μήπως είναι απλά έλλειψη παιδείας….
Η παιδεία δεν είναι φαί,  δεν ζυγίζεται με το ζύγι, δεν αγοράζεται σε πακέτα, δεν νοικιάζεται ούτε μεταβιβάζεται.  ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΠΛΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Την αποδέσμευση του ανθρώπου από το συνεχές συναίσθημα κατωτερότητας, απαξίωσης, ζήλειας, βαρβαρότητας.
Οταν κάποιος έχει όλα τα εφόδια της γνώσης και παραμείνει ένας κάφρος ένα κενό δοχείο, τότε μόνο μπορούμε να πούμε πως είναι καθίκι με τη βούλα από τη κούνια του . Αλλά ποιος μπορεί να το πει για τα εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά που στερούνται συνέχεια τη δυνατότητα να δοκιμάσουν τον εαυτό τους στο πραγματικό παιδίο της γνώσης. Ποιος θα κατηγορήσει όλα αυτά τα παιδιά που δεν δίνουν καρπούς, δεν δημιουργούν αλλά μόνο ακολουθούν σαν πρόβατα όποιον πονηρό τα πείσει για το οτιδήποτε, αφού δεν είχαν το σπόρο για να δούμε τι θα συνέβαινε τότε…
Σχολείο που να προσφέρει ουσιαστική γνώση. ΠΟΥ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΝΑ ΑΓΑΠΗΣΟΥΝ ΤΗ ΜΟΡΦΩΣΗ.
Καθηγητές που να επιτελούν λειτούργημα και να είναι ερωτευμένοι με αυτό το λειτούργημά τους.Συστήματα που να γοητεύουν, να ξυπνάνε τη φλόγα μέσα στα παιδιά, τη δίψα για μόρφωση.
Παιδιά που να μάθουν να συνειδητοποιήσουν πόσο σημαντικό είναι αυτό το κομμάτι της ζωής τους,όχι για να βρουν μια δουλειά,  όχι για να κάνουν φράγκα,  ή έστω να εκπληρώσουν ένα κάποιο όνειρο, αλλά να συνειδητοποιήσουν
ΠΩΣ ΟΛΗ Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥΣ,  ΕΙΝΑΙ Η ΓΝΩΣΗ. ΕΙΝΑΙ ΠΑΤΡΙΔΑ , ΘΡΗΣΚΕΙΑ , ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ , ΑΠΟ ΜΟΝΗ ΤΗΣ.
Γιατί αυτή ανοίγει όλο το σύμπαν. Το μεγάλο σύμπαν και όχι την μικρή γωνιά που χωράνε οι πατούσες.
Αυτό το εργαλείο, αυτό το όπλο, δεν έπρεπε ποτέ να το μάθουν οι απλοί νοικοκυραίοι αυτού του κόσμου. Ούτε οι γονείς ούτε τα παιδιά.  Αυτό το εργαλείο έπρεπε πάντα να είναι φασόν φτιαγμένο έτσι ώστε να αισθάνονται περήφανοι οι γονείς πως τάχα μορφώνουν τα παιδιά τους και τα παιδιά να αισθάνονται πως το περισσότερο που μπορούν να φτάσουν είναι να διοριστούν σε μια δουλειά που να έχει καλά λεφτά.
Δεν είναι τυχαίο πως γελάνε όλοι σαν ηλίθιοι όταν ένα παιδί εκφράζει να κάνει κάτι που βγαίνει από τα στάνταρ της επιτυχίας. Γιατρός, δικηγόρος, μηχανικός, καθηγητής, αρχιτέκτονας.
Πόση υποστήριξη εύρισκε ένα παιδί που θα ήθελε να ζωγραφίζει, να φτιάχνει κεραμικά, να γράφει μουσική, ποίηματα, να μελετήσει μια αρχαία γλώσσα, να γίνει χορευτής, να ασχοληθεί με τη καλλιέργεια από ραπανάκια ή να σκαλίζει ωραίες εικόνες στη πέτρα. Πόσο χωράει η φαντασία, η ευαισθησία, το μεράκι, η έμπνευση, το ονειροπόλημα, ο έρωτας, η ομορφιά, η φύση, σ΄αυτό το σύστημα που γεννάει συνεχώς νεκρούς ανθρώπους…
Πέρασε πρώτα στις πανελλήνιες και μετά κάνεις και  κιθάρα…
Πάρε ένα χαρτί της προκοπής και μετά δεν κάνεις ότι θέλεις σαν χόμπυ…
Διάβασε τώρα τα σος και τα βοηθήματα για να περάσεις  σε μια σχολή της προκοπής κι όταν θα πετύχεις διάβαζε ότι θέλεις, τώρα δεν πρέπει να χάνεις χρόνο..
Οποιοσδήποτε διαμαρτυρηθεί για το οτιδήποτε ακόμα και για το ότι δεν είναι καλή η τυρόπιτα στα κυλικεία, στο  χώρο της παιδείας , είμαι μαζί του. Γιατί πολύ απλά δεν θεωρώ αυτό το χώρο… παιδεία.
Σκεφθείτε κάτι πραγματικά τραγικό. Κοιτάξτε πόσοι άνθρωποι ηλικιωμένοι, παππούδες μας, γιαγιάδες μας, πόσο μεράκι είχαν να μάθουν άσχετα με το τι κατάφεραν, πόσοι άνθρωποι που έβγαλαν μόνο το δημοτικό και ούτε, διάβαζαν ανελλειπώς εφημερίδα, αγοράζανε βιβλία στα παιδιά τους για να μορφωθούν, εγκυκλοπαίδειες που ήταν απαραίτητο εξάρτημα ακόμα και στα πιο φτωχά σπίτια.  Γιατί?  Γιατί αρκούσαν πέντε λέξεις που είχαν ακούσει από το δάσκαλο για να τους ακολουθούν όλη τους τη ζωή.  Αν οι λέξεις αυτές ήταν διαμάντια, διαμάντια προσπαθούσαν να μαζέψουν στη ζωή τους. Αν οι λέξεις ήταν ανούσιες, δεν μπόρεσαν ποτέ να πλησιάσουν τα νοήματα.  Πόσα παιδιά μορφώθηκαν με μια λάμπα πετρελαίου κι ένα ξεροκόματο, πόσοι άνθρωποι πέθαναν με τη λαχτάρα και τη θλίψη πως δεν μπόρεσαν να βγάλουν ένα σχολείο.  Κοιτάξτε τώρα τα σπίτια που έχουν τα πάντα. Πνιγμένα στην αφθονία κάθε είδους άνεσης. Χωρίς βιβλία. Με παιδιά που δεν μπαίνουν καν στο κόπο να διαβάσουν έστω κι ένα βιβλίο εκτός ύλης. Πόσοι πτυχιούχοι πιο αμόρφωτοι από τη γιαγιά μου που έβαζε την υπογραφή της με σταυρό και μου ζήταγε να της μάθω το αλφάβητο…
Κι αναλογιστείτε αν πρέπει να παλέψουμε όλοι όσοι αφουγκραζόμαστε που είναι η πληγή μας, για να τη γιατρέψουμε. Και βλέπετε ποια γιατρειά ετοιμάζουν… Περικοπή στη μόρφωση, όχι σ΄όλους, σ΄αυτούς που περικόπηκε ο μισθός του πατέρα, σ΄αυτούς που κόπηκε η θέρμανση, το ρεύμα, σ΄αυτούς που κόβεται το φαϊ, σ΄αυτούς που κόβονται τα φάρμακα… Το 2013, 21ος αιώνας, παιδιά όχι απλά δεν θα έχουν πρόσβαση στη γνώστη της ελιτ (που ανάθεμα και τι τη κάνει…) αλλά θα λιποθυμάνε στα σχολεία και θα σκέφτονται μόνο ένα πιάτο φαί κι ένα μεροκάματο να επιζήσουν…
 

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

ΑΙΔΩΣ ΑΧΡΕΙΟΙ

Της Μαργαρίτας Ιγνατίου
 
Στον κόσμο του φαντασιακού φαίνεται πως ζει η πολιτική ηγεσία του τόπου. Καθώς το αιχμηρό παγόβουνο του υπερδανεισμού έχει ανοίξει ρήγμα στα αμπάρια του Τιτανικού με τον οποίο ταξιδεύει η «πατρίς» δεκαετίες τώρα, ατενίζουν ανάποδα τα κρύα βάθη και θέλουν να μας πείσουν πως ο ουρανός πήρε τούμπα κι απλά κυλάει βροχή και δάκρυα…
Παίζει το πιάνο, χορεύουν τα κρινολίνα της αυτοδιοίκησης με τα φράκα της ηγεσίας, τρεμοπαίζουν τα φώτα στα σαλόνια. Παίρνει κλίση το πλοίο, ανεβαίνει η στάθμη και πνίγεται στα ορμητικά ύδατα των χρεών η κάποτε ανθούσα αστική τάξη μαζί με τους εξαθλιωμένους ανθρωποπόντικες. Στις εναπομείνασες ναυαγοσωστικές λέμβους δε ξελασκάρουν τα μπουλόνια μιας και ανέκρουσε πρύμναν το Δ.Ν.Τ. Οι αξιωματικοί-υπηρέτες του νεκροζώντανου τραπεζικού συστήματος, κουνούν το μαντήλι στους αλλοπαρμένους-κρεμασμένους στις καδένες.
Ηρωικό πράγμα τελικά για τον Έλληνα, η καθημερινότητα κι ο αυτοσχεδιαστικός τρόπος να τα «φέρνει βόλτα». Ισορροπεί ασταθώς πάνω στην τεντωμένη κλωστή της χαμένης επιχειρηματικότητας και του χαμένου μισθού, ομνύοντας εκ παραλλήλου στην τηλεδημοκρατία με εξάρσεις καφενόβιας ή διαδικτυακής «αντίδρασης».
Τα «mea culpa» των ηγητόρων φαντάζουν ειρωνικές πομφόλυγες προς εσωτερική κατανάλωση. Η αναποτελεσματικότητα των μέτρων που οδήγησαν σε μια πρωτοφανή ύφεση τη χώρα και σε δεινές συνθήκες διαβίωσης τους πολίτες, καγχάζουν θορυβωδώς εμπαίζοντας τις «γενναίες αποφάσεις» και εκείνους που τις έλαβαν.
Ανυπόταχτος λαός. Έτοιμος να βγεί στους δρόμους, ως ασύνδετος «αγανακτισμένος», «διαθέσιμος» ή και «κινητικός» μα όχι κινητοποιημένος. Βαριέται το κούρεμα και περιφέρεται σα χίπις της δεκαετίας του ’60, ζητώντας έρωτα κι όχι οικονομικό πόλεμο.
Τις πταίει; Ο Έλληνας, βιάζονται να ρίξουν το ανάθεμα οι κομισάριοι της ευρωζωνικής γραμμής. Πίσω από τις λέξεις δεν ξεπροβάλλει ο… Αλέξης, μα η καλοκρυμμένη αλήθεια πως η κρίση στην Ευρώπη, καλά κρατεί. Δείχνει τα δόντια της στην Ιταλία, αλυχτά στη Γαλλία που «σταθεροποιείται» με μείωση παραγωγής και αύξηση ανεργίας, δαγκώνει στο λαιμό την ημιθανή Πορτογαλία, κρατά στο έδαφος την ασταθή Ιρλανδία και βυθίζει κυνόδοντες στην Ισπανία.

Θριαμβολογούν παράταιρα οι Βρυξελλόβιοι, ανεμίζοντας ως σημαία το ότι στην Ισπανία σταθεροποιήθηκε η ανεργία τον Αύγουστο, που δεν είναι πλέον παχιές ούτε καν οι μύγες. Ξεχνούν ωστόσο να αναφέρουν πως ενενήκοντα εννέα χιλιάδες Ισπανοί μετανάστευσαν το μήνα αυτό σε άλλες χώρες, αναζητώντας την πολυπόθητη εργασία… Αυτό δηλαδή που πράττει και το πλέον εύρωστο κομμάτι του Ελληνικού πληθυσμού, καθώς αδυνατεί να καλύψει ως και βασικά έξοδα διαβίωσης.
Ο κόσμος βοά για παταγώδη αποτυχία σχεδιασμού πορείας προς την πολυπόθητη «ανάκαμψη». Το παράδειγμα της Αργεντινής που πολυφορέθηκε αντιπολιτευτικοεπικοινωνιακά, δε στάθηκε ικανό να αποτρέψει τον εξωτερικό και επαναλαμβανόμενο υπερδανεισμό μας. Ούτε έκανε πιο κατανοητό στον πολίτη πως το απύθμενο της κρίσης στην Ελλάδα οφείλεται σε μια θεμελιακή αδυναμία πολλών δεκαετιών: Τις δαπάνες των νοικοκυριών μα και του κράτους αδυνατούσε -και αδυνατεί- να υποστηρίξει επαρκώς η παραγωγική βάση της χώρας.

Νοσεί ο δημόσιος βίος με έναν κατατονικό υδροκεφαλισμό, πριμοδοτούμενο επί μακρόν από τον κομματισμό και τις αλλαξοβολεψιές. Εμπαίζεται η επιχειρηματικότητα, λειτουργώντας σε ένα άξενο επιχειρηματικά περιβάλλον πλήρους αστάθειας και κυβερνητικής απάθειας. Ελεύθερα-πολιορκημένα τα επαγγέλματα, φυτοζωούν μέχρις εσχάτων. Δουλοπάροικος ο υπάλληλος, πεντάμηνος επαίτης ο νέος, ανασφάλιστος ο υποαπασχολούμενος, γονατισμένος ο συνταξιούχος.
Διαγκωνίζονται τα παραλλαγμένα πλέον κόμματα εξουσίας, παραπαίοντας ανάμεσα στις εγγενείς διαφορές τους και τις συγγενείς πολιτικές συμπεριφορές τους. Ν.Δ vs ΣΥΡΙΖΑ και η Χρυσή Αυγή να κρατά τα εξαπτέρυγα της ακραιφνούς «εθνικοφροσύνης», δρέποντας μια τρίτη θέση στις δημοσκοπήσεις, επικίνδυνη κατά πολλούς. ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ ακόμη ψάχνουν τη χαμένη «λαϊκή τους βάση». Σκιαγμένη κάπου στις λαϊκές αγορές με τη συνταξούλα στο χέρι, ψωνίζει τα «σαπάκια» και καλεί τους μαυροφορεμένους παίδαρους να της πάνε δυο σακούλες φόβου, στο σπίτι. Το ΚΚΕ παραμένει αδιασάλευτο στις θέσεις του μα και στα ποσοστά του. Οι Οικολόγοι κι οι Ανεξάρτητοι, ακόμη κι αν μπουν στη Βουλή, το μαγικό 151 δεν θα καταφέρουν να το εξασφαλίσουν, είτε στον αίτιο είτε στον πρωταίτιο.
Success story και ανάκαμψη εναντίον επαναδιαπραγμάτευσης του μνημονίου. Συνθηματολογικά ευφυολογήματα εκατέρωθεν των παρατάξεων, υπό μορφήν black humour, κατά τη νέα εκλογική αναμέτρηση, που δεν θα αργήσει. Το εκλογικό σώμα θα συρθεί παραδαρμένο να ψηφίσει, ακόμη μια φορά, με τη λογική του «το μη χείρον, βέλτιστον».
Ριψάσπιδες οι πνευματικοί ταγοί του τόπου, στην περικεφαλαία τους ένα θαμπό όχι αχνοφαίνεται, μα στην ασπίδα ένα μεγάλο «ναι» λαμπυρίζει, καθώς στρέφουν νώτα στον πολίτη που απεγνωσμένα ζητά μια λύση, μια εναντίωση στους Μήδους.
 

Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

ΜΙΛΑ...


Μίλα…
Η σιωπή σου με τρομάζει. Βλέποντας ας πούμε, ότι 100 άνθρωποι διάβασαν κάτι και ούτε ένας δεν έχει να σχολιάσει αρνητικά η θετικά, αυτό μου παγώνει το αίμα.
Αν είναι η σιωπή πριν την καταιγίδα πάω πάσο.
Αν είναι σιωπή περισυλλογής τα ρέστα μου.
Αν είναι όμως σιωπή αδυναμίας, οποιασδήποτε αδυναμίας, τότε φοβάμαι, φοβάμαι πολύ.
‘Ισως και εσύ να αισθάνεσαι μόνος σου αλλά να ξέρεις ότι δεν είσαι. Με το να σιωπάς όμως απομονώνεσαι, γίνεσαι απλός παρατηρητής. Ένα σχόλιο μπορεί να ανάψει φωτιές, φωτιές στα κεφάλια μας και στη ζωή μας. Κάτι που ήθελες να πεις και ενδεχομένως να δείλιασες για χίλιους δύο λόγους, όπως ας πούμε από φόβο στην δημόσια έκθεση, λέω ότι είναι ανάγκη πλέον να λεχθεί.
Και θυμήσου, τα ανεξάρτητα blogs είναι η σύγχρονη αρχαία αγορά, όπου θα έπρεπε να συναποφασίζουμε και να προβληματιζόμαστε όλοι μαζί. Τι και αν κάθομαι και γράφω κείμενα επί κειμένων, αν δεν τα σχολιάσεις με οποιονδήποτε τρόπο τα κείμενα μένουν μισά, ατελή, σχεδόν στείρα.
Η σιωπή σου μου δίνει χαστούκια.
Η σιωπή σου με κάνει να αναρωτιέμαι αν με βλέπεις κάτι σαν Δον Κιχώτη ή σαν κάποιον ονειροπαρμένο. Όχι ότι θα με πείραζε, αλλά ήθελα να ξέρω την γνώμη σου. Αναρωτιέμαι επίσης κατά πόσο, λίγο ή πολύ, είμαι μέσα στις δικές σου ανησυχίες για μια καλύτερη ζωή. Αναρωτιέμαι τέλος το πόσο κοντά η μακριά σου είμαι, να ήξερα τουλάχιστον πως θα πλησιάσουμε ο ένας τον άλλον ευκολότερα.
Η σιωπή σου μας αποδυναμώνει, μας κάνει 1+1 και όχι 1, μας κάνει δύο ξένους ακόμα και αν μπορεί να έχουμε τις ίδιες απόψεις.
Η σιωπή σου μας κάνει ασήμαντους ψιθύρους, που δεν έχουν ελπίδα να φωνάξουν με δυνατή φωνή το μέλλον.
Μίλα…
Θα ακολουθήσουν και άλλοι, θα σπάσουμε την εκκωφαντική σιωπή. Κάθε αρχή και δύσκολη αλλά μίλα. Και ας είμαστε στην αρχή μόνο 10 που μιλάμε, ας είμαστε η μαγιά.
Η σιωπή μας έφερε εδώ που φτάσαμε, το ξέρεις… Μια σιωπή που έγινε άθελα της συνένοχος στις εκατοντάδες ατιμώρητες βρομιές.
Μίλα…
Χαθήκαμε, ας ξαναβρεθούμε, θα είναι ωραία που θα είμαστε μαζί. Κάθε σιωπή που θα σπάει και θα ενώνεται με εμάς, θα μας κάνει πιο δυνατούς, πιο αλληλέγγυους. Κάθε δική σου παρουσία θα δίνει το στίγμα σου, θα πάψεις να είσαι αόρατος.
Είσαι εδώ;
Μίλα…
 

Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

ΞΥΠΝΑ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ! Η ΓΕΝΙΑ ΜΑΣ ΣΕ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ.

Του Τάσου Φούντογλου
 
Τελικά, είμαστε περίεργος λαός. Κρατάμε το δαιμόνιο της φυλής μονάχα για τις επιτυχίες και τις αποθεώσεις μας και, όταν έρχονται τα δύσκολα, τρέχουμε πανικόβλητοι στους κακούς μας δαίμονες για να μας νουθετήσουν και να μας δείξουνε το δρόμο.
«Θα σας κρεμάσουμε», φωνάζουν τα κοινοβουλευτικά μας σούργελα και από κοντά και οι ανεύθυνοι πολίτες. Να αποθεώσουνε την παρακμή, να επιβραβεύσουνε την υστερία και να επιβεβαιώσουνε -για πολλοστή φορά- το θεμελιώδες αξίωμα της στρατηγικής πως η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση.
Όταν δεν κατέχεις την απαραίτητη γνώση και οι πολιτικές σου ικανότητες φτάνουν μέχρι τα γουναράδικα του Άρη , άντε και τα τσιπουράδικα της τοπικής σου πελατείας, τότε ο καλύτερος τρόπος για να αμυνθείς απέναντι στα επιχειρήματα της άλλης πλευράς είναι η επίθεση του χύδην λόγου και του άρτζι μπούρτζι και λουλά.
Η συνταγή γνωστή. Δεν παίρνουμε θέση ποτέ πάνω στα νούμερα και τις βασικές έννοιες της Οικονομικής Επιστήμης (ισοζύγιο πληρωμών, δημοσιονομικά ελλείμματα, διαρθρωτική ανεργία, ελλείμματα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας κ.α), καθυβρίζουμε από το πρωί μέχρι το βράδυ το μισητό Μνημόνιο και ό,τι άλλο ευχαριστεί τα αυτάκια του μέσου αγανακτισμένου πολίτη (μετανάστες, φορολογικό κ.α ), επικαλούμαστε πάντα τους ευσυνείδητους και εργατικούς υπαλλήλους του Δημοσίου, αποσιωπώντας επιμελώς τη λέρα που κρύβεται χρόνια τώρα από πίσω τους και δημιουργούμε υψηλές προσδοκίες στο μικρό μας στρουμφοχωριό πως η επόμενη επίθεση του λαομίσητου «Δρακουμέλ» θα αποκρουστεί με ένα ακόμα μαγικό ξόρκι του λαοφιλούς «Μπαμπαστρούμφ».
Και όλα αυτά ενδεδυμένα με τις γνωστές φράσεις -κλισέ του αντιμνημονιακού λεξιλογίου. Γκαουλάιτερ, δωσίλογοι, κατοχικές κυβερνήσεις, τοκογλύφοι και γκιλοτίνες.
Λέξεις ανεπίγνωστες, κραυγές φτηνών θεατρίνων που επιχειρούν να εντυπωσιάσουν το κοινό με ακροβατικούς συλλογισμούς και ασυλλόγιστες ακροβασίες. Και όμως.
Δεν με φοβίζουν  οι συγκεκριμένοι α-νόητοι. «Μήτε βαθείς στις σκέψεις ήτανε ποτέ τους, μήτε τίποτα. Τυχαίοι και αστείοι άνθρωποι που μιλάνε με βαρβαρισμούς δεινούς τα ελληνικά» και υποστηρίζονται από ομόγλωσσούς τους.
Δεινοπαθείς για λίγο, βλέποντας τις ζοχάδες του πισινού τους να κυματίζουν πλησίστιες στα πρόσωπά τους, αλλά συνηθίζεις γρήγορα στη θλιβερή τους παρουσία. Να ναι καλά αυτή η λυτρωτική προσαρμογή του υποδοχέα.
Με φοβίζουν, όμως, οι λέξεις των τυχαίων, που γίνονται σιγά σιγά οικείες στον Έλληνα πολίτη. Οι λέξεις που χώνονται αθόρυβα μέσα στη ψυχή του, δίχως κρότο και δίχως να κινούν την προσοχή των άλλων, και αρχίζουν μεθοδικά να ξεδιπλώνουν το καταχθόνιο των σχεδίων τους πάνω στις σκέψεις και τις γνώμες του. Συνηθίζει στην όψη της χούντας, εξοικειώνεται με την αισθητική της και σαν έρθει κάποτε η ώρα των πραγματικών δικτατορίσκων, αυτών των σημερινών ηλίθιων με το αποκρουστικό παρουσιαστικό και τον πτωχοντυμένο λόγο, δεν θα έχει πια λέξεις για να περιγράψει το δράμα του.
Χούντα είχε και χούντα θέλουνε και οι επόμενοι να του επιβάλλουν. Καμία διαφορά. Οπότε;
Με φοβίζουν οι λέξεις των αστείων, που σέρνονται σιγά σιγά στις φιλικές μας συζητήσεις  και ερήμην μας δηλητηριάζουνε τις μεταξύ μας σχέσεις. Τα εμπαθή και επικίνδυνα «ΕΑΜ ΕΛΑΣ Μελιγαλάς» και οι ανιστόρητες «Χούντες που δεν τελείωσαν το ’73».
Φωλιάζει ο διχασμός πάλι στις ζωές μας με υπαιτιότητα δική τους και δική μας. Μεγαλώσαμε πια, μορφωθήκαμε, αποκτήσαμε δεξιότητες και γνώσεις στα μεγάλα ιδρύματα του επιστητού, ταξιδέψαμε σε άλλους κόσμους, ανταμώσαμε αλλιώτικες σκέψεις και διαφορετικές συμπεριφορές και το «δεν ήξερα δεν άκουσα» δεν μπορεί να αποτελεί το άλλοθί μας.
Ξέρουμε πολύ καλά τι φταίει, ποιος ευθύνεται και γιατί το επιτρέψαμε. Ο καθένας ας επωμιστεί αυτό που του αναλογεί. Αλλά όχι ρε γαμώτο άλλους διχασμούς. Όχι άλλες διαιρέσεις για να κάνουνε καριέρες οι ανώνυμοι ρολίστες του διαδικτύου και οι επώνυμοι υποβολείς τους.
Ζούμε μια ακόμα χαμένη δεκαετία, σαν όλες εκείνες τις χαμένες δεκαετίες της πολιτικής μας ιστορίας που εγγράφονται μονότονα στο κακορίζικο και την κακοδαιμονία της φυλής μας και κινδυνεύουμε να δούμε το ανεξίτηλο σημάδι της να σφραγίζει και να χαρακτηρίζει και τη δική μας γενιά. Μια χαμένη γενιά. Δεν χρειάζονται υπότιτλοι για να καταλάβεις το δράμα και να συναισθανθείς το ιστορικό βάρος της πλήρους απουσίας μιας γενιάς από τη διαμόρφωση του μέλλοντός της.
Μεταναστεύουμε, παραιτούμαστε, μπαίνουμε οικειοθελώς στο περιθώριο και εγκαταλείπουμε το μέλλον μας στα χέρια των καθ΄ έξιν βιαστών μας. Εγκλωβισμένοι στα αδιέξοδα των λαϊκιστών και στις εμμονικές διεξόδους των φιλευρωπαϊστών βουβαθήκαμε και  πάψαμε να αντιδράμε.
Παρατηρούμε αποσβολωμένοι τους άχρηστους να απολύουν τους συμμαθητές μας και να περικόπτουν τα εργασιακά τους δικαιώματα και την ίδια στιγμή να διατηρούν εν ζωή την ξεφτιλισμένη αργομισθία του υπουργού Μακεδονίας και Θράκης και του Καναλιού της Βουλής, να ενδίδουν στις πιέσεις των βλαχοδημαρχαίων για αδιαφάνεια και μαύρα ταμεία και να αδυνατούν να δώσουν τον τόνο του εκσυγχρονισμού και το παράδειγμα της εκ βάθρων αλλαγής, μέσω της μείωσης του αριθμού τους και του περιορισμού της υπαλληλίας που κινείται γύρω τους (υπάλληλοι Βουλής, έμμισθοι σύμβουλοι, διοικητικά συμβούλια κ.α).
Βλέπουμε την ανικανότητα να προσπαθεί να διαχειριστεί την κρίση μέσα από οριζόντιες πολιτικές απόλυσης των πάντων και, αντί να ζητήσουμε εδώ και τώρα να ανοίξουν δημόσια οι φάκελοι πρόσληψης των υπό κατάργηση υπαλλήλων και να μας κοινοποιηθούν οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν κατά την πρόσληψη, τα κριτήρια επιλογής και τα προσόντα των ατόμων που απορρίφθηκαν, στεκόμαστε σιωπηλοί μπροστά στον αρχισυνδικαλιστή που απαιτεί να μην πειραχτεί κανένας και να παραμείνουν όλοι στις θέσεις τούς. Με το επιχείρημα πώς πλησιάζει και η δική μας ώρα.
Κάνουν τον φόβο επιχείρημα μήπως και τρομοκρατήσουν την κοινωνία και εξαναγκάσουν τον ευσυνείδητο υπάλληλο να συνταχθεί μαζί τους και να παλέψει και αυτός από τα ίδια μετερίζια. Υπερασπιζόμενος τι ακριβώς ρε γαμώτο;
Τη δημοκρατία της κολοβάρας και της ρεμούλας; Την ισοπολιτεία της πρόσληψης απτό παράθυρο; Την ισονομία των ημέτερων;
Πόση βλακεία πια να αντέξουμε;
Πόση ηλιθιότητα πρέπει να συσσωρευτεί σε αυτό το διαδίκτυο για να εκραγεί, επιτέλους, η φούσκα του εθισμού;
Ποια άλλη κοινωνία, στοιχειωδώς σοβαρή, θα ανεχόταν τη χούντα του Φωτόπουλου και του Μπαλασόπουλου να στρογγυλοκάθεται όλο νάζι στις πρώτες σειρές ιδρυτικών συνεδρίων;
Ποια άλλη κοινωνία, στοιχειωδώς συνειδητοποιημένη για το τι συμβαίνει, θα επέτρεπε στην κακομαθημένη δημοσιοϋπαλληλία να της βγάζει γλώσσα και να βάζει μια ζωή μπροστά τους ικανούς για να καλύψει τους ανίκανους;
Ποια άλλη κοινωνία, στοιχειωδώς αξιόγραφη, θα έκλεινε τα μάτια της μπροστά στα λαμόγια της επιχειρηματικής της τάξης, που αρνούνται  πεισματικά να επενδύσουν τα κέρδη των καλών εποχών σε νέες παραγωγικές δομές;
Ποια άλλη κοινωνία, στοιχειωδώς αξιοπρεπής και ευυπόληπτη, θα επέτρεπε στους εταίρους της να την ξεφτιλίζουν και να την απαξιώνουν και, την αμέσως επόμενη στιγμή, δεν θα έστελνε τις αξίες της να διαπραγματευτούν, όχι τα δανεικά όπως κραυγάζουν οι ψωριάρηδες και οι φτωχομπινέδες, αλλά τους όρους της αναπτυξιακής ανασυγκρότησης της χώρας;
Γιατί σπαταλάμε όλες μας τις δυνάμεις σε μάχες με τους ανεμόμυλους των κατ’ επάγγελμα ζητιάνων και δεν ετοιμαζόμαστε για τη μεγάλη μάχη της Ευρώπης, αναδεικνύοντας στα αξιώματα αυτούς που έχουν τις ικανότητες να διεκδικήσουν και να διαπραγματευτούν;
Τόσο πολύ χαλάσαμε; Τόσο πολύ ξεφτίλες γίναμε;
Πού είναι οι νεολαίες να αρθρώσουν λόγο;
Πού είναι οι παρέες των νέων ανθρώπων να διεκδικήσουν τους δήμους και τις περιφέρειες από τους αποτυχημένους καταχραστές του μέλλοντός μας;
Πού είναι τα φοιτητικά κινήματα να αποτινάξουν από πάνω τους τις κομματικές δουλείες και τις ταμπέλες της εμεσματικής κομματοκρατίας και να αναλάβουν τον ιστορικό τους ρόλο;
Χωρίς κομματικούς νταβατζήδες, χωρίς εμμονές και μαστουρωμένους λόγους, χωρίς παπαγαλάκια του τάδε και του δείνα γερμαναρά η αγγλοσάξωνα φιλοσόφου, να ανακαλύψουν νέα λεξιλόγια, να φτιάξουνε νέα οράματα και να αφυπνίσουν με τον λόγο τους και την αισθητική του νέου πανεπιστημιακού χώρου τις υγιείς κοινωνικές δυνάμεις.
Ως πότε το σκουπιδαριό, οι βρωμισμένοι τοίχοι και τα γεμάτα αποτσίγαρα πατώματα των ακαδημαϊκών μας χώρων θα αποτελούν τον κανόνα στα εκπαιδευτικά μας ιδρύματα;
Ως πότε η συναλλαγή της κομματικής πλέμπας με τις πρυτανικές αρχές θα γίνεται ανεκτή από τους νέους και μορφωμένους ανθρώπους που στέκονται σιωπηλοί στο περιθώριο;
Ως πότε η νέα γενιά θα δέχεται αδιαμαρτύρητα τον ιδεολογικό και πολιτικό της ευνουχισμό από τους ιεροκύρηκες του οπισθοδρομισμού και της συντήρησης και θα καταδέχεται να παίζει αμέριμνη ρακέτες και να επιδεικνύει τα τατού της στους απέναντι, την ίδια στιγμή που οι Παπουτσήδες επιστρέφουν και διορίζονται σε θέσεις ευθύνης;
Ως πότε θα καθόμαστε αραχτοί να πίνουμε τους ιταλικούς μας καπουτσίνους και να πληρώνουμε τα μπιτσόμπαρά μας από τα εφάπαξ και τις συντάξεις των γονιών μας; Και κυρίως.
Ως πότε θα εκλέγουμε α-νόητους και ά-κριτους;
Ως πότε ο Καραγκιόζης από φιγούρα παιδικής παράστασης θα αποτελεί το κοινοβουλευτικό μας πρότυπο; Ξύπνα ρε μαλάκα. Η γενιά μας σε χρειάζεται!!!
 

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

ΜΙΣΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΑΥΤΑΡΧΙΣΜΟΣ

Του Ευάγγελου Γρ. Αυδίκου *
 
Τα τελευταία χρόνια η ψυχολογία, μαζί με την οικονομία, είναι από τις επιστήμες που πρωταγωνιστούν στον δημόσιο χώρο. Η οικονομία είναι το πεδίο όπου οι οικονομολόγοι και οι οικονομολογούντες διασταυρώνουν τα ξίφη τους με πολιτικούς και δημοσιογράφους, σε μια προσπάθεια να οικοδομήσουν μια «αντικειμενική» παρουσίαση της βαθιάς περιδίνησης στην οποία έχει περιπέσει η ελληνική οικονομία. Συχνά τα ξίφη όλων αυτών συστρατεύονται επιχειρώντας να δημιουργήσουν συνθήκες αναγκαιότητας για τις αδυσώπητες περικοπές που έχουν φέρει όλους τους Ελληνες σε κατάσταση παραζάλης, μόνιμης κατάθλιψης και στέρησης της αισιοδοξίας για τους μεγαλύτερους, που βλέπουν ότι ο ουρανός έχει μαζέψει πολλά και σκοτεινά σύννεφα, σε σημείο να μην ελπίζουν. Χάνουν την πίστη τους στο μέλλον, πως δηλαδή μπορούν να ονειρεύονται.
Σ’ αυτό το σημείο η ψυχολογία γίνεται η επιστήμη των παρενεργειών που προκαλούν οι αψυχολόγητες πράξεις της εξουσίας με την ταπείνωση και εξαθλίωση των Νεοελλήνων. «Δεν υπάρχει εξουσία χωρίς μίσος», υποστηρίζει ο Ευριπίδης. Προφανώς, αυτό είναι αληθές για τα αυταρχικά καθεστώτα, τα αντιδημοκρατικά αλλά και όσες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες διολισθαίνουν σ’ αυτό. Η δημοκρατική εξουσία αντλεί δύναμη από το ενδιαφέρον για τον άλλο, ιδίως τον πιο αδύναμο αλλά και όλους τους πολίτες. Φροντίδα ενός δημοκρατικού καθεστώτος, που διαπνέεται από ανθρωπιστικά ιδανικά, είναι να θέσει κανόνες και να διαπαιδαγωγήσει τους πάντες στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην αναλογικότητα της συνεισφοράς στα οικονομικά βάρη. Η δημοκρατία, συνεπώς, δεν μισεί. Αν το κάνει, είναι μια ένδειξη ότι έχει εκτροχιαστεί από τις βασικές δημοκρατικές αρχές.
Το μίσος είναι προϋπόθεση του «διαίρει και βασίλευε». Αποτελεί βασική επιλογή όσων ενδιαφέρονται για την ευημερία των αριθμών, ακόμη κι αν αυτό οδηγεί στον οικονομικό Καιάδα πολλούς συμπολίτες. Οπου η δημοκρατία δεν αναπνέει, παράγονται συναισθήματα δυσανεξίας και επιθετικότητας. Δημιουργούνται συνθήκες ανθρωπιστικής και πολιτικής κρίσης.
Ενα τέτοιο παράδειγμα είναι και η Ελλάδα της τελευταίας τριετίας. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι υπάρχουν δομικές δυσπλασίες στην οικονομική και κοινωνική οργάνωση. Ωστόσο, μια δημοκρατική πολιτεία επιλέγει τον επιμερισμό των υποχρεώσεων. Αντίθετα, αυτό που συνέβη στην Ελλάδα -αποτελεί κοινό τόπο πλέον- είναι η ασυλία στους λίγους και η απομύζηση και της τελευταίας ικμάδας από τους πολλούς. Είναι η διαμόρφωση συνθηκών πολέμου με άπειρα θύματα, βιολογικά και ψυχολογικά.
Ο δρόμος όμως ώς τη δημιουργία συνθηκών «παγετώνων» χρειαζόταν σχεδιασμό. Κι εδώ η εξουσία που διολισθαίνει στον αυταρχισμό προσφεύγει στην ψυχολογία και την προπαγάνδα. Σπέρνει το μίσος. Στρέφει τη μια ομάδα εναντίον της άλλης. Είναι αυτό που αποδόθηκε με τη φράση που μπήκε στο λεξιλόγιο όλων μας στα χρόνια του Μνημονίου: κοινωνικός αυτοματισμός. Για να χειραγωγηθεί η πολιτική βούληση των πολιτών σπέρνεται ο διχασμός. Στοχοποιούνται κάθε φορά τα κοινωνικά στρώματα που αμφισβητούν τον πολιτικό αυταρχικό διεκδικώντας τα στοιχειώδη δημοκρατικά δικαιώματα. Η εξουσία είναι «μανούλα» στην πρόκληση του κοινωνικού αυτοματισμού. Στην Ελλάδα δε οι κυβερνώντες αναδείχτηκαν σε μάστορες της ψυχολογίας των πολιτών. Κάθε φορά ένα κοινωνικό στρώμα κατασυκοφαντούνταν, απαξιωνόταν, δινόταν βορά στα ανθρωποφαγικά ένστικτα που η ίδια η εξουσία είχε φροντίσει να καλλιεργήσει και να απελευθερώσει.
Η παραγωγή μίσους γίνεται τρόπος διακυβέρνησης στη μνημονιακή Ελλάδα. Ολοι εναντίον όλων. Ετσι, βήμα το βήμα διαμορφώνονται συνθήκες εμφυλίου πολέμου. Το βασικό γνώρισμα ενός εμφυλίου είναι ο διχασμός και η διάσπαση του κοινωνικού ιστού. Το μίσος, ως επίσημη ιδεολογία ή υφέρπουσα πρακτική. Και στις δύο περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Χάνεται η κοινωνική συνείδηση και επιστρέφουμε στα όσα είπε ο Δαρβίνος σχεδόν ενάμιση αιώνα πριν. Η εξουσία απεκδύεται τον κοινωνικό της ρόλο. Μεταβάλλεται σ’ έναν απλό διαχειριστή, που φροντίζει, σε τακτικό χρόνο, να τροφοδοτεί την αρένα με νέα θύματα.
Καιρός είναι να θυμηθούμε τα ανθρωπιστικά ιδανικά. Η κοινοβουλευτική μας δημοκρατία οφείλει να αναλάβει την ευθύνη της. Να υπερασπιστεί τα βασικά δικαιώματα των πολιτών. Και υπάρχουν πολλοί τρόποι να το πετύχει. Νόμιμοι. Αρκεί να το θελήσουν οι πολίτες.
 
* Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
 

Τρίτη 9 Ιουλίου 2013

ΔΙΑΣΡΤΕΒΛΩΣΗ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Του Χρήστου Κάτσικα
 
Πριν από κάθε επίθεση προηγείται η προπαγάνδα, η οποία χρησιμοποιείται για να λιπάνει το έδαφος. Στόχος, η συκοφάντηση του αντιπάλου, η απομόνωσή του από σύμμαχες δυνάμεις, σε τέτοιο βαθμό που το θύμα να αποδεχθεί τη θυσία σαν να είναι θέλημα Θεού
 
Οποιος είχε στοιχειώδη εμπειρία από τους μάγιστρους της επικοινωνιακής πολιτικής της κυβέρνησης, είχε διακρίνει με γυμνό οφθαλμό τις αθέατες σκοπιμότητες: η όλη διαδικασία, με τη βοήθεια των ηλεκτρονικών μας γκουβερνάντων, με τα ατελείωτα άρθρα της δημοσιογραφίας της αυλής και με το βάρος των πρόθυμων διανοουμένων της οθόνης, ερχόταν να πριμοδοτήσει, να στερεώσει και να νομιμοποιήσει έναν από τους βολικότερους αστικούς μύθους για το «διογκωμένο συγκεντρωτικό κράτος με τους άπειρους, προνομιούχους και βαριεστημένους δημοσίους υπαλλήλους», ο αριθμός των οποίων «σχετίζεται αφενός με τα δημοσιονομικά ελλείμματα, αφετέρου με τις αναχρονιστικές αγκυλώσεις της κρατικής μηχανής».
Στη συνείδηση της κοινής γνώμης οι δημόσιοι υπάλληλοι παρουσιάστηκαν, τα τελευταία χρόνια, με αριστοτεχνικό τρόπο σαν «το βαρίδι στα πόδια μιας κοινωνίας και μιας οικονομίας που θέλουν να προχωρήσουν και δεν μπορούν».
Πριν από κάθε επίθεση προηγείται η προπαγάνδα, η οποία χρησιμοποιείται για να λιπάνει το έδαφος. Στόχος η συκοφάντηση του αντιπάλου, η απομόνωσή του από σύμμαχες δυνάμεις, σε τέτοιο βαθμό που το θύμα να αποδεχθεί τη θυσία σαν να είναι θέλημα Θεού. Να γίνει ξεκάθαρο: η συζήτηση για το μέγεθος του δημοσίου τομέα και για την έκταση της απασχόλησης σ’ αυτόν με τους όρους που έγινε και γίνεται είναι προφανές ότι λειτουργεί στην κατεύθυνση της νομιμοποίησης χιλιάδων απολύσεων και της απόσυρσης του κράτους από δραστηριότητες υπέρ των ιδιωτών.
Οι ίδιοι οι διαπρύσιοι κήρυκες του λιγότερου κράτους όταν πρόκειται για δικαιώματα και κατακτήσεις των εργαζομένων, υπερθεμάτιζαν για παρεμβατικές πολιτικές του κράτους προκειμένου να ενισχυθούν οι τράπεζες και το κεφάλαιο.
Οι επικοινωνιολόγοι της κυβέρνησης έχουν γίνει οι καλύτεροι νονοί της πιο διεστραμμένης διαστρέβλωσης των λέξεων, των εννοιών, της γλώσσας. Σπουδαίες, φωτεινές, ελπιδοφόρες λέξεις χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται σαν παραπλανητικός επίδεσμος μιας πολιτικής που ισοπεδώνει κατακτήσεις και δικαιώματα.
Kαι συγγνώμη κιόλας που λέμε τις απολύσεις απολύσεις και όχι κινητικότητα. Tι εφεύρεση και αυτή. «Kινητικότητα». Kινητικότητα προς τα πού; Προς το Tαμείο Aνεργίας, προς τις ακίνητες ουρές του OAEΔ ή προς την αναζήτηση δουλειάς σε συνθήκες γαλέρας. Στην αρχαιότητα η χρήση ευχάριστου όρου στην ομιλία κάποιου, προκειμένου αυτός να αναφερθεί σε έναν στην πραγματικότητα δυσάρεστο όρο, ονομαζόταν ευφημισμός.
H χρήση του ευφημισμού (ευ+φημί = λέγω) γινόταν δεισιδαιμονικά, για να μην προκληθεί η θεϊκή οργή. Aπό τα πιο γνωστά παράδειγμα είναι ο Eύξεινος Πόντος, στη θέση του Αξε(ι)νου Πόντου, της θάλασσας (Mαύρη Θάλασσα) που έπνιγε τους ναυτικούς που έπλεαν σε αυτήν και ήταν άρα άξενη, δηλαδή αφιλόξενη, με τη χρήση τής ακριβώς αντίθετης έννοιας, δηλαδή του όρου «Eύ-ξεινος», δηλαδή φιλόξενος.
Kαι αυτός ο ευφημισμός έφτασε και μέχρι τους παππούδες μας, που αποκαλούσαν τον Διάβολο «οξαποδώ». Tον ευφημισμό χρησιμοποιούν και οι κυβερνώντες μας, όχι για να μη θυμώσουν οι θεοί, αλλά για να θολώσουν τα νερά και να μην αποδώσουν στις πράξεις τους την πραγματική τους διάσταση και να ξεγελάσουν τον λαό.
 
Μερικά παραδείγματα:
* «Kινητικότητα» ευφημισμός της λέξης Aπόλυση.
* «Eισφορά Aλληλεγγύης προς τους άνεργους». Ευφημισμός φόρου (της τάξης των 680 εκατ. ευρώ που αποδόθηκε στους δανειστές μας χωρίς να φτάσει ποτέ στον OAEΔ).
* «Ειδικό Τέλος Hλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών». Ευφημισμός φόρου πάνω στα ακίνητα που θα επιβαλλόταν μόνο για ένα χρόνο, και που επιβάλλεται ξανά για δεύτερο χρόνο με το ευφημιστικό επίθετο «Εκτακτο Ειδικό Τέλος».
* «Φόρος». Eυφημισμός της ληστείας των λαϊκών εισοδημάτων, ώστε οι λαϊκοί να νομίζουν ότι παίρνουν μεγαλύτερο μισθό, από ψίχουλα.
* Εξυγίανση ή εξορθολογισμός του συστήματος υγείας. Eυφημισμός της διάλυσης της δημόσιας υγείας
* Απελευθέρωση των αγορών. Eυφημισμός της ιδιωτικοποίησης τμημάτων του δημόσιου τομέα
* Και τέλος. «Yπουργός Kυριάκος» ευφημισμός της λέξης Mητσοτάκης.
 
Η λεγόμενη απελευθέρωση των αγορών, δηλαδή το ξεπούλημα των δημόσιων οργανισμών στους ιδιώτες, πρώτα πρώτα είναι ψευδεπίγραφη (απλά αντί για ένα κρατικό μονοπώλιο έχουμε ένα ιδιωτικό μονοπώλιο), δεύτερον αφορά τις πιο αποδοτικές και κερδοφόρες (ποιος άλλωστε ιδιώτης θα αγόραζε ζηµιογόνες;) και τρίτον μετά την ιδιωτικοποίησή τους τα πράγματα χειροτερεύουν όσον αφορά την προσφορά υπηρεσιών. Μετά την ιδιωτικοποίηση των βρετανικών σιδηροδρόµων Ρέιλτρακ συνέβησαν τα περισσότερα δυστυχήματα, καθώς οι ιδιώτες που ανέλαβαν δεν είχαν καμιά διάθεση να επιβαρυνθούν µε το κόστος του εκσυγχρονισµού του δικτύου τους. Πριν από την ιδιωτικοποίηση των ισπανικών ταχυδροµείων, ο ταχυδρόµος έφτανε µέχρι και το πιο µακρινό χωριό. Σήµερα δεν παραδίδει γράµµατα σε σπίτια που δεν βρίσκονται κοντά σε κεντρικό δρόµο.
Οταν κάποτε δηµοσιογράφοι ρώτησαν τον πρόεδρο της γαλλικής εταιρείας ηλεκτρικής ενέργειας ΕDF Φρανσουά Ρουσελί αν µπορούσε να εγγυηθεί πως µετά την ιδιωτικοποίησή της οι τιµές του ηλεκτρικού θα παρέµεναν φτηνές, εκείνος είχε απαντήσει αρνητικά. Η περίπτωση της ηλεκτρικής ενέργειας δείχνει ξεκάθαρα τα όρια των ιδιωτικοποιήσεων. Οι διακοπές που κάθε τόσο βυθίζουν στο σκοτάδι το Λονδίνο, την Ιταλία ή την Καλιφόρνια εξηγούνται από την απροθυµία των ιδιωτών να επενδύσουν στην ανανέωση των δικτύων, προκειµένου να διατηρήσουν την κερδοφορία τους.
Κάτι για το τέλος. Αλλη μια πράξη της θεατρικής παράστασης, με πρωταγωνιστές την τρόικα και την κυβέρνηση, τελειώνει και είναι σαφές για μια ακόμη φορά ότι οι δήθεν μεγάλες διαφωνίες και διαπραγματεύσεις καταλήγουν και πάλι σε νέες συμφωνίες και μέτρα για απολύσεις, κλείσιμο σχολείων και νοσοκομείων, σε νέους φόρους και μειώσεις μισθών.
Οσο οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι, οι νέοι και οι συνταξιούχοι θα είναι θεατές αυτού του έργου, η τραγωδία θα βαθαίνει.
 

Κυριακή 7 Ιουλίου 2013

Ο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Της Ιωάννας Χαρμπέα
 
Κάποτε για να εισέλθουν στην καρδιά του πολέμου, στην Τροία, χρησιμοποίησαν το Δούρειο Ίππο. Όμως σήμερα νομίζουμε ότι Δούρειος Ίππος είναι οι άλλοι, οι ξένοι , οι κακοί ,οι δανειστές που μας ξεγέλασαν και μπήκαν ύπουλα στη ζωή μας, με τη μορφή δανείων που εν τέλει μας αιχμαλώτισαν. Με σταδιακά βήματα ενταχθήκαμε στην υποτιθέμενη πρόοδο. Δεν σκεφτήκαμε στιγμή ότι αυτή η ανάπτυξη προϋποθέτει γερές βάσεις και ότι αυτές οι βάσεις χτίζονται από εμάς, δε δίνονται έτοιμες ως χάρισμα ή δάνειο.
Ελπίζω ο σύγχρονος δούρειος ίππος των ελλήνων να μην είναι κούφιος, να μην αποτελεί πράγματι μια δωρεά, ένα χάρισμα των όσων μας έχουν πλέον απομείνει … γιατί κάτι τέτοιο διακρίνω ότι θα συμβεί, οι οργανισμοί, θεσμοί ,δομές αποκεφαλίζονται ή ετοιμάζονται προς θυσία… στο βωμό των «θέλω» εκείνων που ελέγχουν. Μπήκαμε σε τροχιά όπου σε κάθε σταμάτημά της κατεβαίνουν άτομα, απολύεται κόσμος, άλλοι συνεχίζουν να υφίστανται ζαλισμένοι σαν σε μπαλαρίνα ή στο γύρο του θανάτου…
Ανοδική πορεία δεν υπάρχει, μόνο κυκλική… τι πρόκειται να απομείνει; Τι θα επιζήσει; Πώς μπορείς να βαδίζεις ανάμεσα σε τάφους συνανθρώπων σου και να είσαι χαρούμενος; Στο ναρκοπέδιο στη χώρα της κρίσης…. δεν γνωρίζεις πότε θα εκραγεί και η δική σου νάρκη. Εξυγίανση όλων των σαθρών και νοσηρών στοιχείων εδώ και τώρα… κίνητρα για καινούριες ασχολίες σε όσους μένουν άνεργοι… ισομερισμός επιστημόνων, εργατών , τεχνιτών με τις ανάλογες θέσεις… όχι να προάγουμε πολυάριθμο αριθμό επιστημόνων… άνεργων επιστημόνων, ρίχνοντας και τον πήχη των επιστημών… αλλά να εισέρχονται λίγοι και καλοί , άξιοι επιστήμονες, όχι μεγάλα ποσοστά που μπαίνουν στα πανεπιστήμια μα δε βρίσκουν την πόρτα εξόδου, γιατί τα βρίσκουν σκούρα.
Κάναμε λάθος, νομίζαμε ότι αν έχουμε πολλούς δασκάλους , καθηγητές η επιστήμονες θα πηγαίναμε μπροστά! Πώς είναι δυνατόν σε μια γεωργική – κτηνοτροφική χώρα να μη δίνουμε βάση στην πρωτογενή παραγωγή και να παροτρύνουμε τους νέους να γίνουν καθηγητές; Αντί να δώσουμε έμφαση στη βελτίωση των γεωργικών εργασιών, την υποτιμήσαμε… υποτιμήσαμε επίσης πολλά άλλα , ξεπουλήσαμε πράγματα. Όντως ανίκανοι να τα διαχειριστούμε οι ίδιοι… και τώρα παραπονούμαστε ότι μας ελέγχουν, μας κάνουν κουμάντο οι ξένοι, μα δεν είναι ξένοι είναι οι δικοί μας άνθρωποι… είναι εκείνοι που πιστέψαμε που εμπιστευτήκαμε… που μας δανειοδότησαν…. Τι φταίνε αυτοί αν εμείς κατασπαταλήσαμε τα δάνεια; Τι τους νοιάζει αν τα φάγαμε μαζί ή χώρια μεταξύ μας;
Σημασία έχει ότι τα φάγαμε, το αποτέλεσμα μετράει… ΑΝ μπορούσαμε να αναλογιστούμε ότι βαδίζαμε ξυπόλυτοι στα αγκάθια ή μήπως πιστέψαμε ότι θα έχουμε κόκκινα βελούδινα χαλιά στρωμένα και θα φτάναμε στο θρόνο; Όχι, βέβαια, πάτο θα πιάσουμε. Δεν δώσαμε σημασία στον Δούρειο ίππο, αρχίσαμε το γλέντι και το φαγοπότι… και τώρα άρχισε η μάχη. Μια μάχη όχι με αυτούς που λέμε ότι μας ελέγχουν….. αλλά με τον ίδιο μας εαυτό.. με τα λάθη τα δικά μας… δούρειος ίππος είναι τα λάθη μας, τα λάθη του παρελθόντος που γύρισαν μπούμερανκ. Είναι οι νάρκες που οι ίδιοι σπείραμε και ξεχάσαμε, που πατάμε πάνω τους.
Τίποτα δε γίνεται: συνεχόμενες πυρκαγιές των τελευταίων χρόνων και η μετέπειτα οικοπεδοποίηση, η έξαρση της παραπαιδείας με την πληθώρα φροντιστηρίων υποτίθεται πως θα έλυνε το πρόβλημα των άνεργων καθηγητών- μήπως, όμως, τους πολλαπλασίαζε; Βγάζοντας στην αγορά εργασίας άλλους τόσους; Ειρωνεία έτσι; Για να ξεφύγουμε από την κοινωνική βαθμίδα που κατέχουμε ψάχνουμε ένα καλύτερο επάγγελμα για τα παιδιά . Το καλύτερο επάγγελμα είναι, φυσικά, εκείνο που παρέχει χρήματα χωρίς να εργάζεται κάποιος. Το φυγόπονο, δηλαδή. Αντί να εξεύρουμε νέους τρόπους παραγωγής, αντί να αναπτύξουμε τους δύσκολους επαγγελματικούς κλάδους… επιζητούσαμε τα εύκολα… και τώρα ήρθαν τα δύσκολα. Δημόσιο το όνειρο των νέων… και τώρα ο εφιάλτης όσων μπήκαν… Έτσι είναι τα όνειρα, δεν κρατάνε για πάντα…. Όλα μια φούσκα είναι που έχει και αυτή τα όρια της, τα οποία αν ξεπεράσεις σπάει… και εμείς τα όρια τα ξεπεράσαμε προ πολλού. Δεν είναι, βέβαια, σωστό να ξεβολεύονται άνθρωποι, να αλλάζουν ριζικά τον τρόπο ζωής. Μήπως, όμως, ήταν σωστός ο τρόπος που μπήκαν; Οι μάσκες κάποτε βγαίνουν… και οι μασκαράδες σταματάνε να πετάνε χαρτοπόλεμο και να χαίρονται… Τα πανηγύρια κάποτε τελειώνουν και οι χοροί σταματούν…
Η Ελλάδα μου θυμίζει περιστατικό που χρειάζεται περίθαλψη και κοινωνική πρόνοια… Περιστατικό κοινωνικού λειτουργού που κάνοντας την κοινωνική του έκθεση για να το εντάξει σε Ίδρυμα, εφόσον δεν τηρεί τις προϋποθέσεις να αυτοεξυπηρετηθεί. Πώς γίναμε αδύναμοι με τόση δύναμη που είχαμε; Πώς από χώρα του φωτός που ήμασταν γίναμε η χώρα του σκότους; Υπάρχει διέξοδος σε αυτό το λαβύρινθο; Τι νότα αισιοδοξίας να δώσει κανείς; Ποιον από μηχανής Θεό να επικαλεστεί για να σωθούμε;
Μια απάντηση για να σωθούμε σε ό,τι μας προβληματίζει είναι να απαντήσουμε στα ατελείωτα «γιατί» που προκύπτουν. Γιατί φτάσαμε ως εδώ; Γιατί παρακάμπταμε το σωστό, γιατί σιωπούσαμε στα στραβά που βλέπαμε… Βέβαια, για να δώσουμε απάντηση στους προβληματισμούς, πρέπει πρώτα από όλα να προβληματιστούμε… Και, δυστυχώς, προβληματισμό δε διακρίνω. Βλέπω μόνο αγανάκτηση, μίση, διαφωνίες, αψιμαχίες, διαξιφισμούς. Γενικά διακρίνω διάσπαση της ελληνικής κοινωνίας σε μεν και δε.
Σε εκείνους που θα κατορθώσουν να αυτοσυντηρούνται και στους αγανακτισμένους… Δε βλέπουμε ότι στο θάνατό μας αυτόχειρες είμαστε εμείς οι ίδιοι. Κανείς δε σε σκοτώνει… αν εσύ παλέψεις… ίσως νικήσεις… κανείς δεν τα βάζει με έναν δυνατό.. Εμείς οι ίδιοι, εν τέλει, θα σκοτώσουμε τον εαυτό μας… και το χειρότερο θα πιστεύουμε μέχρι τέλους ότι ήμασταν και τα θύματα.
Η θυματοποίηση δεν πιάνει στις μέρες μας, τα κροκοδείλια δάκρυα δε συγκινούν κανέναν… Τι να μας κάνει και η μητέρα Ελλάδα, αν ακόμα δεν έχουμε αποκοπεί από τον ομφάλιο λώρο της; …ΠΟΣΑ ΠΑΙΔΙΑ ΝΑ ΤΑΪΣΕΙ ΟΤΑΝ ΟΛΑ ΣΧΕΔΟΝ ΖΟΥΝ ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ; Μπορεί να μην τα φάγαμε μαζί όλοι μας, αλλά συναινέσαμε με τη σιωπή μας σε αυτό το τραπέζι… Το βλέπαμε όλοι… δε μιλούσαμε, θες από ωχαδερφισμό, θες από βόλεμα. Τώρα, όμως, όλοι θα πληρώσουμε το λογαριασμό και το πουρμπουάρ μαζί!
Και πάλι θα αναζητάμε, «τι είχε μέσα ο Δούρειος Ίππος»; Ήταν οι άλλοι , οι ξένοι ,οι κακοί που μας την έφεραν ύπουλα ή μήπως ήμασταν εμείς τα έξυπνα πουλιά που πιστέψαμε ότι θα τρώγαμε και θα πίναμε τζάμπα; Και τώρα δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα προσμένουμε, ίσως, ένα θαύμα!
 

Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

ΤΑ ΞΥΛΙΝΑ ΤΕΙΧΗ

Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
 
Το επεισόδιο με τον χρησμό της Πυθίας και τα ξύλινα τείχη της Αθήνας το ξέρουμε από παιδιά. Είναι από τους ωραιότερους και διδακτικότερους μύθους της αρχαίας ελληνικής Ιστορίας και αν έχει κάποια σημασία για μας σήμερα, αυτή δεν έχει καμία σχέση με το αν όντως υπήρξε τέτοιος χρησμός στην πραγματικότητα. Εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι ο τρόπος με τον οποίον την διαχειρίζεται ο μέγας παραμυθάς και πατέρας της Ιστορίας Ηρόδοτος και τα συμπεράσματα που βγάζει για τη συμπεριφορά των Αθηναίων. Γιατί η Ιστορία που παίρνει στα σοβαρά τον εαυτόν της έχει, εκτός των άλλων, να κάνει με την ακρίβεια του αισθήματος των λέξεων που παράγουν σημασία και σου δείχνουν τον δρόμο για να ερμηνεύσεις την πραγματικότητα.
Οταν το γλωσσικό αισθητήριο είναι ελλειμματικό, τότε, όσες αλήθειες κι αν κατέχεις, δεν μπορείς να γράψεις Ιστορία. Πετάς μια λέξη, όπως ο «συνωστισμός» των Ελλήνων στην προκυμαία της Σμύρνης, επειδή βρήκες στο λεξικό ότι αυτή περιγράφει τη συγκέντρωση πλήθους ανθρώπων, χωρίς να είσαι σε θέση να αντιληφθείς ότι αυτή παράγει ένα αίσθημα το οποίο υπερβαίνει τη λεξικογραφική της αξία. Οπως έλεγε και ο Ζενέ, «δεν μπορείς να γίνεις νάρκισσος μόνον επειδή το θέλησες».
Ο Ηρόδοτος, λοιπόν, λέει πως οι Αθηναίοι που πίστεψαν ότι ο χρησμός της Πυθίας αναφερόταν στα ξύλινα τείχη της Ακρόπολης ήσαν οι γέροντες και όσοι «υπ’ ασθενίης βίου» δεν είχαν τη δυνατότητα ούτε να μετακινηθούν ούτε να πολεμήσουν – το παραθέτω από μνήμης. Οι υπόλοιποι έστειλαν τα γυναικόπαιδα στην Πελοπόννησο, μπήκαν στα πλοία και ναυμάχησαν επιτυχώς, ευτυχώς και γι’ αυτούς, και για μας, και για την ιστορία του πολιτισμού μας. Από την πρώτη στιγμή που το διάβασα με είχε εντυπωσιάσει αυτή η υπέροχη έκφραση, «υπ’ ασθενίης βίου». Εννοείται πως δεν περιορίζεται στους ασθενείς, με τη σημερινή σημασία, αν και τους περιλαμβάνει. Αναφέρεται και στους φτωχούς και γενικά σε όσους ζουν μια ζωή που δεν έχει σθένος, τους αδύναμους.
Είναι μία απ’ αυτές τις στιγμές που αποδεικνύουν πως η αρχαία ελληνική σκέψη μπορεί να μην προσφέρει άμεσες απαντήσεις και λύσεις στα δικά μας προβλήματα, όμως είναι απαραίτητη για την αυτοσυνειδησία μας. Πώς αλλιώς θα μπορούσες να περιγράψεις τη σημερινή Ελλάδα; Είναι μια χώρα γερασμένη, που έχει χάσει το σθένος της και οχυρώνεται πίσω από τα ξύλινα τείχη, επειδή έτσι την βολεύει να ερμηνεύσει τον χρησμό της Πυθίας. Μια χώρα φτωχή όχι μόνον επειδή της λείπουν τα χρήματα, αλλά επειδή της λείπει η διάθεση για ζωή.
Θα μου πείτε πού είναι ο στόλος; Πού είναι οι τριήρεις και ποιος είναι ο Θεμιστοκλής, αρκούντως θαρραλέος, ιδιοφυής και αρκούντως τυχοδιώκτης, έτοιμος να τα παίξει όλα για όλα ώστε να εμπνεύσει; Πού κρύβονται όσοι θα ήσαν έτοιμοι να μπουν στα πλοία αντί να οχυρωθούν στα ξύλινα τείχη της Ακρόπολης; Κάπου θα υπάρχουν, δεν μπορεί, κι αν δεν ακούγονται είναι γιατί οι οιμωγές της γερασμένης και αδύναμης κοινωνίας δεν τους αφήνουν να ακουστούν. Μ’ αυτήν την ελπίδα ζούμε, που λένε.
Και στο κάτω κάτω, η ξύλινη οχύρωση αντέχει ακόμη. Κουτσουρεμένη, ξεδοντιασμένη, διάτρητη, αντιπαθής, αλλά καμιά φωτιά κανενός Ξέρξη δεν την έκανε στάχτη. Ευτυχώς, θα μου πείτε, διότι ελλείψει ικανού στόλου, θα καιγόμασταν όλοι μαζί εκεί μέσα. Μαζί τους όμως αντέχει και η ψευδαίσθηση. Η ψευδαίσθηση ότι όσο στέκει όρθια, ακόμη κι αν μοιάζει επικίνδυνα με την παράγκα του Καραγκιόζη, μας διασφαλίζει τη δυνατότητα να διαχειριζόμαστε τις τύχες μας, κοινώς να βολεύουμε την ασθένεια του βίου μας. Και αυτό που λέμε τραγωδία και το διαλαλούμε με τη γνωστή έξω καρδιά θεατρικότητα της νευρασθένειάς μας μοιάζει όλο και περισσότερο με κωμωδία.
Κωμωδία είπατε; Και γιατί όχι κωμωδία; Στο είδος έχουμε διαπρέψει. Με μία μικρή διαφορά. Η τραγωδία, η πραγματική και όχι η συναισθηματική, οδηγεί στην κάθαρση. Με ή χωρίς από μηχανής θεό η τάξη που τραυμάτισε η ύβρις επουλώνεται. Στην κωμωδία, όμως, όση πίκρα κι αν έχεις καταναλώσει, στο τέλος σού μένει η γκριμάτσα, ανώδυνη ή επώδυνη, πάντως γκριμάτσα. Για να υπάρξει τραγικό απαιτείται σύγκρουση δυνάμεων. Ποιες όμως δυνάμεις συγκρούονται στη σκηνή της χώρας που έχει ξεμείνει από δυνάμεις; Οι δυνάμεις της μεταρρύθμισης και της αντιμεταρρύθμισης; Και με ποιες αναφορές, σε ποιο δίκαιο, συγκρούονται;
Κι αν υποθέσουμε πως μια μέρα η Ελλάδα θα ξεπεράσει την οικονομική κρίση; Κανείς απ’ αυτούς που λεηλατούν τη ζωή μας και τη φαιά ουσία μας καθημερινά δεν είναι σε θέση να μας πουν πώς θα είναι, και πώς θέλουμε να γίνει αυτή η χώρα, όχι σε πέντε χρόνια, αλλά του χρόνου τέτοια εποχή.
Ας μου συγχωρηθεί η απαισιοδοξία, όμως η κατάσταση έχει γίνει πολύ σοβαρή για να εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι μπορούν να την διαχειρισθούν οι ελάχιστοι συμπολίτες μας που έγιναν πολιτικοί υπ’ ασθενίης βίου.
 

Τρίτη 18 Ιουνίου 2013

ΠΟΙΟΣ ΜΑΣ ΤΡΑΒΑΕΙ ΣΤΟ ΒΥΘΟ;

Του Σταύρου Θεοδωράκη
 
Είναι ίσως το πιο διαδεδομένο ψέμα: «Για την κατάστασή μας φταίνε οι δημόσιοι υπάλληλοι!». Αυτούς που δεν έβρισκε να απολύσει ο Μανιτάκης και «αναγκαστήκαμε» να διαλύσουμε ολόκληρη τη δημόσια ραδιοφωνία-τηλεόραση. Και για την ανεργία επίσης, αυτοί φταίνε. Τους χρυσοπληρώνουμε και δεν μας μένουν λεφτά για ανάπτυξη. Ε, λοιπόν, ας σοβαρευτούμε. Το πρόβλημα δεν είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι αλλά οι πολιτικοί (και μερικές φορές και οι δημοσιογράφοι που τους καλύπτουν - στους συνδικαλιστές δεν θα αναφερθώ, είναι στην κατηγορία πολιτικοί και κάτι χειρότερο: υποψήφιοι πολιτικοί).
Από τη δεκαετία του '80 κιόλας η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει επανειλημμένα το θέμα της αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα. Στα σχολεία να αξιολογηθούν οι δάσκαλοι. Στα νοσοκομεία να έχουμε και νοσοκόμες και όχι μόνο γιατρούς. Στις εφορίες να απομακρύνονται οι διεφθαρμένοι. Στους δήμους να μένει κανείς στην αποκομιδή των σκουπιδιών και να μη γίνονται όλοι υπάλληλοι γραφείου. Στην αστυνομία να μην έχει ο κάθε επώνυμος 2-3 αστυνομικούς να του κουβαλούν τα ψώνια. Ο κατάλογος είναι ατέλειωτος. Το Δημόσιο όμως είναι για όλα τα πολιτικά κόμματα η (ιερή) αγελάδα. Και την άρμεγαν. Μέχρι και περιοδικά εκδίδει το ελληνικό Δημόσιο (!) για να μπορεί το τυπογραφείο ενός κόμματος να τα τυπώνει. Και τώρα έρχονται και λένε: φταίνε οι δημόσιοι υπάλληλοι. Ε, δεν φταίει ο Πέτρος, ο φίλος μου, για την κατάσταση στην ΕΡΤ. 25 χρόνια κάνει όλες τις βάρδιες και τώρα τον πετάνε σαν στημένη λεμονόκουπα. Βέβαια, στο τμήμα του οι μισοί ερχόντουσαν μόνο κάθε 1η και 15, αλλά ο Πέτρος δεν μίλαγε. Δεν είχε καταλάβει ο χαζός ότι ο μεγαλύτερος εχθρός του δημόσιου υπάλληλου είναι ο άχρηστος δημόσιος υπάλληλος. Αυτός όμως και κάποια όμοιά του «κορόιδα», κράτησαν την ΕΡΤ όρθια. Όπως και κάποιοι άλλοι κρατούν τη χώρα ζωντανή.
Για να σας το πω και λυρικά. Δεν φταίνε τα δέντρα για τη φωτιά στο δάσος. Τα ξερά φταίνε. Με αυτά τα ξερά δεν ασχολήθηκαν ποτέ οι υπουργοί. Όχι μόνο δεν ασχολήθηκαν, τα έσπειραν κιόλας. Όλα τα πολιτικά γραφεία είναι γεμάτα με καθηγητές. Γιατί, πού να τρέχεις στο Διδυμότειχο να διδάσκεις; Επιλέγεις ένα κόμμα, ξημεροβραδιάζεσαι πίνοντας καφέδες και κάποια στιγμή θα βρεθείς στο πλευρό ενός βουλευτή. Το Διδυμότειχο όμως είναι εκεί και «δουλεύει». Και οι γιατροί στη Φλώρινα. Και οι δάσκαλοι στις Σποράδες. Και οι καρβουνιάρηδες στα εργοστάσια της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα. Και οι σκουπιδιαρέοι στη Φυλή. Οι κομματικοί μηχανισμοί όμως δεν θέλουν να λερώσουν τα χέρια τους με «αξιολογήσεις» και «αναδιαρθρώσεις». Να παίρνουν λοιπόν όλοι τα ίδια - σαν τα σοβιέτ. Τι μας κόφτει; Και βέβαια να προστατεύονται όλοι το ίδιο - και οι ευσυνείδητοι και οι ασυνείδητοι. Γιατί οι Πασόκοι και οι Νεοδημοκράτες που μας κυβέρνησαν ήταν πολύ λαρτζ για να ασχοληθούν. «Έλα, μωρέ, άσε αυτούς και πάρε άλλους». Κάπως έτσι βρεθήκαμε σιγά-σιγά με δημόσιους υπαλλήλους ήρωες αλλά χωρίς δημόσιες υπηρεσίες. Και τώρα πρέπει να απολύσουμε 2.000 και μετά άλλους 2.000 και άλλους 2.000 και άλλους 2.000. Ποιους 2.000, όμως; Πού είναι οι «λιγότερο δικοί μας» υπάλληλοι; Ποιοι έχουν την πιο αδύναμη φωνή; Ποιους δεν θα υπερασπιστεί κανείς; Έψαξαν τη Δευτέρα, θα ψάξουν και την Τετάρτη. Όχι δεν θα διώξουν τους άχρηστους. Τώρα πια δεν προλαβαίνουν να κάνουν αξιολόγηση. Ούτε βέβαια θα πειράξουν τους κομματικούς τους μηχανισμούς που είναι γεμάτοι από αργόσχολους δημόσιους υπάλληλους. Σιγά μην απολύσουν τα ρουσφέτια τους. Στον κλήρο θα το ρίξουν και όποιους πάρει (ξανά) η μπάλα.